2020
|
|
|
Δρ. Γιώργος Στάμτσης
Γενικός Διευθυντής Ελληνικού Συνδέσμου Ανεξάρτητων Εταιρειών Ηλεκτρικής Ενέργειας
Αυτή η χρονιά μας αφήνει με ένα αίσθημα απογοήτευσης για τα όσα δεν έγιναν στην παγκόσμια διάσκεψη για το κλίμα (COP25) στη Μαδρίτη αλλά και με την υπόσχεση της αφύπνισης. Της αφύπνισης για την υπέρμετρη κατανάλωση των φυσικών πόρων, για τους λόγους που οδηγούμαστε σε μία ανθρωπογενή κλιματική αλλαγή, αλλά πάνω από όλα για τις συλλογικές και ατομικές ευθύνες όλων μας για αυτή την ιδιότυπη κατάσταση που φαίνεται να έχει ήδη εισέλθει ο πλανήτης μας. Εμείς, ως άνθρωποι που ζούμε καθημερινά τον χώρο της ενέργειας, κρατάμε την αβεβαιότητα εκατομμυρίων ανθρώπων που αγωνιούν ότι η κλιματική αλλαγή θα αλλάξει αναπόδραστα τον τρόπο -ίσως και τον τόπο- που ζουν. Διακατεχόμαστε όμως -όπως ο Matt Ridley περιγράφει- από ορθολογική αισιοδοξία. Και θεωρούμε ότι η συλλογική και συσσωρευτική νοημοσύνη που το ανθρώπινο είδος έχει αναπτύξει στη διάρκεια του Πολιτισμού του θα μπορέσει να δώσει απάντηση και λύση σε αυτή την, πράγματι, πρωτόγνωρη πρόκληση για τις κοινωνίες μας.
Η Ευρώπη, το κοινό μας σπίτι, είναι στην πρωτοπορία των προσπαθειών για την προστασία του κλίματος. Στις 11 Δεκεμβρίου 2019 η νέα Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν ανακοίνωσε τους βασικούς άξονες της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας. Πρόκειται για ένα ολιστικό σχέδιο που πηγαίνει πολύ πέρα από τον ενεργειακό τομέα και το μηδενισμό των συνολικών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου το 2050. Θα διαμορφώσει και θα αναθεωρήσει όλους τους τομείς της οικονομικής δραστηριότητας είτε αφορούν μεγάλες επιχειρήσεις είτε τον καθένα από εμάς ως πολίτη της Ευρώπης.
Η Ελλάδα παραδοσιακά δεν βρίσκονταν, επίσημα, στην πρώτη γραμμή της τήρησης των Ευρωπαϊκών περιβαλλοντικών πολιτικών ή/και των προσπαθειών για την προστασία του κλίματος, όπως αυτή εκφράζεται από την απανθρακοποίηση της παραγωγής ηλεκτρισμού. Βλέποντας όμως πίσω από τις επίσημες γραμμές πρέπει να παραδεχτούμε ότι η χώρα μας έχει ήδη μειώσει σημαντικά τη χρήση λιγνίτη και τις συνεπαγόμενες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Οι παροικούντες την ενεργειακή Ιερουσαλήμ το παρατηρούσαμε αυτό τα τελευταία χρόνια μέσα από τα μηνιαία δελτία του ΑΔΜΗΕ. Το αποτυπώνει όμως εύγλωττα και το ΕΣΕΚ 2020-2030. Το 2009 ο λιγνίτης κάλυπτε το 58% της ζήτησης στην ηπειρωτική χώρα. To πρώτο δεκάμηνο του 2019 κάλυπτε μόλις το 20%. Η μείωση αυτή δεν προέκυψε προφανώς λόγω επίσημης πολιτικής αλλά γιατί η ίδια η ζωή κατέστησε ασύμφορη την παραγωγή ηλεκτρισμού από λιγνίτη, τουλάχιστον με τους όγκους του παρελθόντος.
Η ορθολογική αισιοδοξία μας όμως ενισχύεται γιατί από δω και πέρα η ριζική αλλαγή στον χώρο του ηλεκτρισμού -με την απόσυρση των λιγνιτικών και πετρελαϊκών μονάδων, την μεγάλη διείσδυση των ΑΠΕ και το φυσικό αέριο σε ρόλο μεταβατικού καυσίμου- γίνεται η βασική πολιτική της Ελλάδας για την επόμενη δεκαετία. Αντιμετωπίζουμε λοιπόν τη χρονιά που έρχεται, το 2020, ως την αρχή μιας δύσκολης αλλά συναρπαστικής πορείας προς ένα τελείως διαφορετικό τοπίο στην ενέργεια και ειδικά τον ηλεκτρισμό. Επειδή όμως η αρχή είναι το ήμισυ του παντός (απόφθεγμα ορθολογιστών σοφών που έζησαν στα μέρη μας χιλιάδες χρόνια πριν τον Matt Ridley…) μεγάλη προσοχή θα πρέπει να δοθεί στο πώς θα υλοποιηθεί η απόσυρση των λιγνιτικών και η λειτουργία των νέων αγορών ηλεκτρισμού στα πρώτα χρόνια της νέας δεκαετίας. Και ο καλύτερος οδηγός για να μην μας παρασύρει ο διάβολος των λεπτομερειών είναι να τηρήσουμε το Ευρωπαϊκό νομοθετικό πλαίσιο είτε αυτό αφορά το περιβαλλοντικό δίκαιο είτε τον υγιή ανταγωνισμό στις νέες αγορές.
Τότε θα μπορούμε πράγματι να είμαστε ορθολογικά αισιόδοξοι για το 2020 και τη νέα δεκαετία.